- Πομπήιος
- Πομπήιοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Πομπήιος — I Όνομα ρωμαϊκής οικογένειας πληβείων με τρεις διαφορετικούς κλάδους. Το 141 π.Χ. η οικογένεια έγινε «ευγενής». 1. Γναίος Πομπήιος Στράβων. Στρατηγός, που ως ύπατος έκανε επιτυχή εκστρατεία στον Κοινωνικό ή Συμμαχικό Πόλεμο. Ψήφισε τον Πομπήιο… … Dictionary of Greek
Πομπήιος Τρόγος — Ρωμαίος ιστορικός, σύγχρονος του Λίβιου. Ήταν γαλατικής καταγωγής. Ο παππούς του είχε γίνει Ρωμαίος πολίτης από τον Πομπήιο στο Συμμαχικό Πόλεμο, και ο πατέρας του είχε υπηρετήσει υπό τον Καίσαρα και εκπληρούσε συγχρόνως τα καθήκοντα του… … Dictionary of Greek
Τρόγος Πομπήιος — Ρωμαίος ιστορικός, που καταγόταν από τη Ναρβωνική Γαλατία, και που ο πατέρας του υπήρξε αξιωματικός του Ιουλίου Καίσαρα. 0 Τ. έζησε την εποχή του Αυγούστου και έγραψε μια ιστορία με τον τίτλο Historiae Philippiceae, παγκόσμια ιστορία σε 44 βιβλία … Dictionary of Greek
Πομπηίου — Πομπήιος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πομπηίους — Πομπήιος masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πομπηίων — Πομπήιος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πομπηίῳ — Πομπήιος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πομπήιε — Πομπήιος masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πομπήιοι — Πομπήιος masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πομπήιον — Πομπήιος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)